Κοντεύει σχεδόν μήνας από όταν επιστρέψαμε στα πάτρια εδάφη και εξακολουθώ να είμαι εκτός τόπου και χρόνου. Βέβαια όσο περνάνε οι μέρες συντονίζομαι με το περιβάλλον αλλά αν κλείσω τα μάτια, η γειτονιά στο Λονδίνο προβάλλει ολοζώντανη και η εικόνα που βλέπω έχει ανατριχιαστικές λεπτομέρειες. Με ρωτάνε όλοι αν το έχω συνειδητοποιήσει ή αν νιώθω πως έχω έρθει διακοπές και θα φύγω. Το περίεργο είναι πως από την πρώτη στιγμή δεν είχα την αίσθηση του προσωρινού, από την άλλη όμως δεν ένιωθα πως είμαι εδώ 100%. Είχα διαρκώς μια παράξενη αίσθηση σαν να βλέπω όνειρο, σαν να παρακολουθώ την ζωή μου σαν παρατηρητής.
Οι μέρες της καραντίνας πέρασαν νερό, με ένα εκατομμύριο δουλειές φασίνας σε ένα σπίτι που όλο αυτόν τον καιρό ήταν κλειστό και άνοιγε μόνο τις μέρες που ερχόμασταν διακοπές. Φίλες νοικοκυρές τους αγωνιστικούς μου χαιρετισμούς. Η φασίνα είναι σαν το κουτί της Πανδώρας, όσο μένεις στο σπίτι, τόσο πολλαπλασιάζονται οι δουλειές και ξεφυτρώνουν εκεί που δεν τις έβλεπες πιο πριν. Και οι 14 μέρες τελείωσαν και βγήκαμε στον έξω κόσμο. Αν υπήρχε ένα συννεφάκι πάνω από το κεφάλι μου που θα έγραφε την σκέψη μου σαν τα καρτούν θα ήταν, τι είναι εδώ; Πού βρίσκομαι; Tι είναι αυτό το μπλε και πού είναι το γρασίδι και το πάρκο…Να είμαι όμως δίκαιη και να πω πως αυτή η γωνιά του Πειραιά είναι πανέμορφη και είναι υπέροχο να ζει κανείς δίπλα στην θάλασσα, τουλάχιστον αυτό πιστεύω εγώ που σε μια άλλη ζωή μάλλον ήμουν ψάρι αλλιώς δεν εξηγείται η αγάπη μου στο υγρό στοιχείο.
Και ξάφνου βγαίνοντας έξω, προσγειωθήκαμε στην ελληνική πραγματικότητα. Γιατί πέρα από την ομορφιά του μπλε και το μοναδικό ελληνικό φως του ήλιου, έχει και αυτά που 4,5 χρόνια είχαμε ξεμάθει. Στενά ή και ανύπαρκτα πεζοδρόμια που δεν μπορείς να περπατήσεις με το σκύλο, την ελληνική κουτοπονηριά που ξεπροβάλει σε κάθε γωνιά και λες δεν μπορεί, τι σκέφτηκε ο άνθρωπας και άλλα πανέμορφα που τα ξέρουμε και τα ζούμε όλοι χρόνια τώρα αλλά όταν τα ξεμάθεις σου χτυπάνε δέκα φορές πιο έντονα.
Και έπειτα η συνειδητοποίηση του πού είμαι και του πού βρίσκομαι ήρθε μαζί με τις κούτες που αριβάρανε από το Λονδίνο. Μόνο όταν μπήκανε μέσα στο σπίτι όλα μας τα πράγματα (μαζί με την μυρωδιά του προηγούμενου σπιτιού) σκέφτηκα πως ναι είμαστε εδώ, στο σπίτι μας και είμαστε για να μείνουμε (μέχρι νεωτέρας γιατί εγώ και η απολυτότητα έχουμε πάρει διαζύγιο). Και σε αυτή την μεταβατική περίοδο νιώθω πως ζω ελαφρώς δύο ζωές γιατί κάποιες συνήθειες δεν κόβονται. Ακούω τον αγαπημένο μου αγγλικό ρ/φ σταθμό, βλέπω ειδήσεις στο BBC και όταν ακούω το μουσικό σήμα του δελτίου με κατακλύζει μια τεράστια οικειότητα, παρακολουθώ την συνέντευξη τύπου που δίνει η αγγλική κυβέρνηση για τον κορωνοϊό και τσεκάρω στο κινητό μου τον καιρό του Λονδίνου. Αυτό το τελευταίο όχι δεν μου λείπει αλλά φαντάζομαι θα αναθεωρήσω μόλις έρθει το πρώτο κύμα καύσωνα.
Οι μέρες περνούν και μαζί με την γλυκιά νοσταλγία και τα μάτια που βουρκώνουν με το που ακούω ένα τραγούδι που το έχω συνδέσει με την ζωή εκεί ή με κάτι άλλο που θα δω και θα θυμηθώ το αγαπημένο μου Λονδίνο, υπάρχουν και οι στιγμές ενθουσιασμού και τρελής χαράς για την επιστροφή στο σπίτι μας, στην βάση μας, εδώ που όπως λέω μετά από τόσες μετακομίσεις θα με πάρουν μόνο με φορείο. Αλλά αν με ρωτάς τι είναι πιο σημαντικό θα σου πω η οικογένειά μας και οι δικοί μας άνθρωποι. Αυτή η αίσθηση πως τους έχω όλους δίπλα μου, μου γεμίζει την καρδιά και όλο μου το είναι. Ξέρω, ίσως με πεις γραφική αλλά αυτό είναι και το κυριότερο που με δυσκόλεψε στην ζωή μου εκεί.
Παραλίγο όμως να ξεχάσω το πιο σημαντικο, να αναφέρω το νέο ντουέτο που μας υποδέχτηκε σπίτι. Βασικά έξω από το σπίτι και δεν ξέρω αν ήταν ακριβώς υποδοχή αλλά η μοίρα σίγουρα μας έφερε κοντά. Σε επόμενο ποστ θα σου μιλήσω για την Γιώτα (την γάτα που βρήκαμε στο πίσω μέρος του σπιτιού με το που ήρθαμε) και το νεογέννητο και ακόμα αβάπτιστο μωρό της. Ναι, όπως το φαντάζεσαι το σπίτι μας μοιάζει με επεισόδιο του National Geographic άσχετα που η Γιώτα είναι αγριόγατα και δεν μπορούμε να την πλησιάσουμε πολύ και να την βάλουμε μέσα. Στο επόμενο επεισόδιο θα μιλήσω για το νέο παρεάκι, Μπιλάρας, Γιώτα and the baby και πως συνυπάρχουμε όλοι γιατί σιγά μην συμβεί και τίποτα νορμάλ στην ζωή μας (αυτό το έχω πάρει πια απόφαση).